Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

‘’ΑΦΑΝΕΙΣ’’ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΘΕΟΙ

 Σάραπις  
 Κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου του Σωτήρα έγινε προσπάθεια να ενοποιηθεί η αιγυπτιακή θρησκεία με τη θρησκεία των Ελλήνων κυβερνητών. Η πολιτική του Πτολεμαίου αποσκοπούσε στο να βρεθεί μία θεότητα που θα ενέπνεε το σεβασμό και στις δύο εθνότητες, παρά τους αφορισμούς των Αιγυπτίων ιερέων εναντίον των θεών προηγούμενων κατακτητών. Οι Έλληνες έδειχναν ελάχιστο σεβασμό σε θεότητες που αναπαριστώνταν με κεφαλή ζώου και έτσι επελέγη ένα ανθρωπομορφικό είδωλο, το οποίο ανακηρύχτηκε αντίστοιχη θεότητα με τον Άπι. Ονομάστηκε Άσερ-χαπι, δηλαδή Όσιρις-Άπις ή Σάραπις (Σέραπις) που θεωρήθηκε πως ήταν η πλήρης μορφή του Όσιρι και όχι απλώς η ζωική του δύναμη.

Η πρώτη αναφορά στο όνομα "Σέραπις" εμφανίζεται στην Αλεξάνδρου Ανάβαση του Αρριανού.Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Πτολεμαίος έκλεψε το άγαλμα του θεού από τη Σινώπη επειδή έτσι τον συμβούλεψε στο όνειρό του ο άγνωστος θεός. Ζητήθηκε μάλιστα η γνώμη τόσο μέλους της οικογένειας των Ευμολπιδών όσο και του Μανέθωνα, οι οποίοι και επιβεβαίωσαν ότι το είδωλο ήταν όντως του Σάραπη. Στη Ρώμη, ο θεός Σέραπις λατρεύεται ήδη από τη δεύτερη τριανδρία (1ος αιώνας π.Χ.). Από την εποχή των Φλαβίων (1ος αιώνας μ.Χ.) ο Σάραπις εμφανίζεται μαζί με τον αυτοκράτορα πάνω στα ρωμαϊκά νομίσματα. Το 385 μ.Χ. καταστρέφεται το Σεραπείον στην Αλεξάνδρεια και με διάταγμα του Θεοδοσίου απαγορεύεται πλέον η λατρεία του θεού αυτού.

Ο Σέραπις, ως χθόνιος θεός, απεικονιζόταν ως ανδρική μορφή που μοιάζει με τον Πλούτωνα: έχει στην κεφαλή του το μόδιο (ένα καλάθι, μέτρο ζύγισης των σιτηρών), φέρει στο χέρι σκήπτρο, στα δε πόδια του υπάρχει ο Κέρβερος και ένα φίδι.



Μίθρας
Ο Μίθρας ήταν περσικός θεός του φωτός και της σοφίας και η προέλευσή του ανάγεται σε μια αρχαιότερη βεδική θεότητα. Στην Αβέστα, τα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα, ο Μίθρας παρουσιάζεται ως «ο αγαθοεργός» (γιαζάτα), «ο Σωτήρας», το πνεύμα του καλού, ο υπερασπιστής και φύλακας της άσα —της αλήθειας και της τάξης— και ο άρχοντας του κόσμου, στον οποίο «ο Αχούρα Μάζδα (Ωρομάσδης) ανέθεσε την εποπτεία του κόσμου». Θεωρούνταν ότι είχε σφάξει τον θεϊκό ή κοσμικό ταύρο, το αίμα του οποίου συντηρούσε όλα τα πλάσματα και παρείχε σωτηρία στους ανθρώπους. Επίσης, θεωρούνταν μεσίτης μεταξύ του ουρανού και των ανθρώπων στη γη και εγγυητής των συμβολαίων.
Μετά την κατάληψη της Ασσυρίας τον 7ο αιώνα ΠΚΧ και της Βαβυλωνίας τον 6ο αιώνα ΠΚΧ, ο Μίθρας ταυτίστηκε με τον θεό του Ήλιου και η λατρεία του Ήλιου αποδιδόταν πλέον σε εκείνον. Πέρα από την Ανατολία, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας συνέβαλαν στη διάδοση της λατρείας του Μίθρα καθώς τον ταύτιζαν με τον αρχαϊκό ελληνικό θεό Ήλιο. Στη Ρώμη έφτασε γύρω στο 68 ΠΚΧ από Κιλίκιους πειρατές που έφερε ως αιχμαλώτους ο Πομπήιος ο Μέγας. Κατά την πρώιμη περίοδο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επεκτάθηκε ταχύτατα σε όλη την Ιταλία και τις Ρωμαϊκές επαρχίες, και ταυτίστηκε με τον «Αήττητο Ήλιο» (Σολ Ινβίκτις, λατ. Sol Invictis). Εκείνη την περίοδο, η δυναμική της λατρείας του ανταγωνιζόταν εκείνη του χριστιανισμού, αν και στην πραγματικότητα εμφάνιζε αρκετές ομοιότητες με τον Χριστιανισμό. Ο φόνος του ταύρου (ταυροκτονία), ο οποίος αποτελεί συχνό θέμα στα μιθραϊκά μνημεία, αποτελούσε επίσημη θυσία στις λατρευτικές τελετές.




Κυβέλη
Η μικρασιατική φρυγική θεότητα Κυβέλη, γνωστή μεταγενέστερα στους Έλληνες ως Ρέα ήταν θεά γενικά της άγριας φύσης και των δημιουργικών δυνάμεων της Γης και της γονιμότητας. Ο Πίνδαρος την προσφωνεί «Κυβέλα, μάτερ θεών»
Κύρια πατρίδα της λατρείας της ήταν οι Ελληνικές πόλεις των Μικρασιατικών παραλίων (Έφεσος, Σμύρνη. Μίλητο κλπ) αλλά και στη κυρίως Ελλάδα «μητέρα ανθρώπων τε θεών» η Ρέα είχε δικούς της Ναούς κυρίως στη Θήβα, Αθήνα, Ολυμπία, Φυγαλεία κ.ά. Λατρεύονταν επίσης στην πόλη Πεσσινούντα στην Άνω Φρυγία κοντά στο Σαγγάριο ποταμό. Εκεί και επί του όρους Δίδυμο υπήρχε ιερός βράχος με το όνομα Άγδος εξ ού και το όνομά της Άγδιστις. Στο ίδιο όρος υπήρχε και το ιερό «άντρο» της θεάς, το αρχαιότερο όλων, όπου βρισκόταν αντί ομοιώματός της λατρευτικός λίθος ακατέργαστος (πιθανώς αερόλιθος), ο οποίος το 204 π.Χ. μεταφέρθηκε στη Ρώμη όπως επίσης και ο τάφος του αγαπημένου της εραστή Άττιου. Μεγάλο Ναό έκτισε στη Πισσινούντα ο Βασιλιάς Μίδας τον οποίο αργότερα στόλισαν και πλούτισαν με αφιερώματα οι βασιλείς της Περγάμου καθώς και οι Ρωμαίοι.

Ρώμη
Αντίθετα οι Ρωμαίοι διατήρησαν τη λατρεία της ακριβώς όπως την μετέφεραν από την Μικρά Ασία. Ονόμαζαν τους ιερείς Γάλλους, αυτούς που οι Λυδοί αποκαλούσαν Κυβήδους.
Επίσης «Κύβελα» ονομαζόταν και έτερο βουνό της Φρυγίας αγνώστου όμως σημερινής θέσης του επί του οποίου υπήρχε και ομώνυμη πόλη. Ακόμα «Κυβέλεια» ήταν αρχαία πόλη της Ερυθραίας στη Μικρά Ασία απέναντι από τη Χίο μεταξύ του όρους Μίμαντος και του Ακρωτηρίου Μέλαινα, στην οποία η λατρεία της Κυβέλης ήταν πολύ διαδεδομένη.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου